Ο Άρτος ημών - Μαρία Καλαντζή
Το ξέρω• τριάντα χρόνια ούτε μια φορά δε φάνηκα. Μη μου κακιώνεις. Νόμιζα πως δεν είχες θέση στο τραπέζι μου, γιατί είσαι συντροφιά στενόχωρη.
Μία ζωή μαζεύω το σιτάρι σπόρο σπόρο. Και τώρα που ήρθε η ώρα της πιο άγριας πείνας, αυτής που έχεις σαν περάσεις τα μισά του δρόμου, ανασκουμπώθηκα. Ζύμωσα κι έψησα και κάθισα να φάω. Όμως δεν ήξερα ότι είναι τόσο άνοστο το φαγητό των δυνατών χωρίς τ' αλάτι. Εκείνο που μαζεύεται από μικρές μόνο χουφτίτσες, γιατί χωρούν σε τρύπες παιδικών μας αλυκών.
Δεν ήρθα μόνο να ζητήσω αλάτι. Σου 'χω και 'σένα κάτι. Ιώδιο για τις πληγές, τις έξω και τις μέσα. Σου δίνω και μου δίνεις, χέρι με χέρι η ανταλλαγή. Ύστερα ας καθίσουμε να φάμε.