Εύα Π. - 121 Λέξεις
Το Πάρτι
Ήταν μεσάνυχτα. Κολυμπούσα στη θάλασσα εμπρός από το πατρικό σπίτι, φορώντας τα καλά μου. Το Μεταξωτό φόρεμά μου άπλωνε τριγύρω σαν κίτρινο πέπλο. Πλάι, επέπλεαν τα άδεια «κουκούλια».
Άρχισαν να καταφθάνουν οι συμμαθητές μου κολυμπώντας. Τα πρόσωπά τους ήταν όμοια και κέρινα. Τα ρούχα τους στραφτάλιζαν κι ακτινοβολούσαν πάνω στην επιφάνεια του νερού. Σήκωσαν κύμα, στην αρχή βουβό, μετά όλο και ψηλότερο. Τραμπαλιζόμασταν όλοι μαζί. Τελικά αφεθήκαμε.
Το κύμα έφτασε στη σκάλα του σπιτιού μου, έσπασε την πόρτα του γραφείου, μπήκε μέσα, και παρέσυρε στο έβγα του και τον πατέρα μου. Βρέθηκε να κολυμπάει δίπλα μας, με τον σκούφο του, αυτόν που δεν αποχωριζόταν ποτέ. Τρόμαξα.
Γιατί είχε γυρίσει; Εγώ τον ξαναέφερα πίσω; Σκεφτόμουν μόνο: τώρα θα μου διέλυε το πάρτι.