Ελλάδα Κράλλη – 121 Λέξεις
Σιωπηλό Μέρος
Το δέρμα καιγόταν από τα γδαρσίματα. Πονούσα και μάτωνα καθημερινά. Ανυπομονούσα να μείνω μόνη. Αγαπούσα την μοναξιά. Τώρα που περπατώ μέσα στους πέτρινους τοίχους στη μονοκατοικία που διαμένω μακριά από τα μάτια της πόλης συνειδητοποίησα γιατί αρέσκομαι στις ταπεινές μου εσωτερικές συνομιλίες.
«Γιατί πονάς ακόμα;»
Οι σκέψεις μου τόσο απόκοσμες και μακρινές. Το μυαλό χαμένο σε μια στιγμή που χάθηκε ο κόσμος. Ήμουν εγώ που έσπειρα την ιδέα για τον αφανισμό τους. Ξάπλωσα σε ένα στρώμα βρώμικο και έβλεπα από το παράθυρο τις στάχτες.
Οι σειρήνες κάλυψαν τα τραγούδια των πουλιών που μάταια προσπαθούσαν να ομορφύνουν τη γκριζωπή ατμόσφαιρα. Ίσως οι στάχτες να παρέσερναν τις φωνές εκείνων που αδικήθηκαν. Το σώμα μου όμως φλέγεται μέσα από την αιώνια ανάμνηση των καταραμένων.