Σ' αγαπώ - seni seviyorum - Ιωάννα Αδάμ
Ανοίγει το μπουκαλάκι που του έβαλε κρυφά στο χέρι και ακούει τον ψίθυρο της “seni seviyorum”.
«Κι εγώ σ' αγαπώ», της απαντά.
Το άρωμα ανελέητος εισβολέας μεθάει κάθε του μόριο. Γυναικεία κορμιά λικνίζονται. Ανάμεσά τους η Αισέ γυμνή. Το χρυσαφένιο της πέπλο κείτεται ξεψυχισμένο εμπρός στο γυμνό του κορμί. Πλησιάζει. Την αγγίζει. Τα χέρια του εξερευνούν αδηφάγα το σώμα της. Το κυριεύει. Λιώνουν στο πάθος τους όπως οι κόκκοι της άμμου στην φωτιά. Εξαϋλώνονται και ξαναγεννιούνται. Χάνονται μέσα στα μάτια τους.
Το άγγιγμα στον ώμο και ο ψίθυρος «Αδερφέ Νικόδημε, ο ηγούμενος μας περιμένει για τον εσπερινό» τον επιστρέφουν στο Πρέπει. Φορά το πετραχήλι του και με κυρτούς ώμους αφήνει την ερωτευμένη του ψυχή λάφυρο, μέσα στα δακρυσμένα μάτια της Αισέ.