Κολασμένη όρεξη - Ελένη Βασάλου
Φορούσε λευκά, σαν χιονονιφάδες να τύλιγαν όλη του την αρμονικά σμιλευμένη μορφή. Είχε μια αίσθηση μαλακή σαν να βυθίζονταν τα δάχτυλά μου σε πούπουλα κάθε φορά που τον άγγιζα κι ας το έκανα στα κρυφά και γρήγορα πριν μας καταλάβει κανείς τριγύρω. Κι αυτός, λες και με ακολουθούσε, ήταν πάντα κάπου εκεί, σε απόσταση αναπνοής να με προκαλεί με την αναμονή του.
Γοητευμένη μα σκεπτική, η ηλικία της νιότης είχε καλά χαθεί στο παρελθόν. Τα χρόνια βαραίνουν μια γυναίκα και στο σώμα και στην ψυχή. Η όρεξη όμως παραμένει και διογκώνεται. Όρεξη όχι για παιχνίδια, αλλά για πιο ουσιαστικές και χορταστικές συναναστροφές. Πόσο τον ποθούσα και πόσο δεν επιτρεπόταν να τον έχω. Εγώ μια μεσόκοπη διαβητική και αυτός ένας κολασμένος κουραμπιές.