Ηλέκτρα - Αναστάσιος Βρόσγος
Είχε μείνει να την κοιτάζει υπνωτισμένος. Ακόμα και η πιο απλή της κίνηση, του φαινόταν χαριτωμένη, σαγηνευτική. Γύρω του, λες και είχε σταματήσει ο χρόνος, η ζωή όλη μάλλον και τα πάντα περιστρέφονταν γύρω από αυτήν. Πως έβαζε τον καφέ στο φλυτζάνι, πως μάζευε τα μαλλιά της όταν το ελαφρύ αεράκι τα έριχνε άναρχα στα μάτια της, πως κουνούσε τους γοφούς της. Του φαινόταν σαν θεατρική παράσταση, όπου ο ήλιος φώτιζε σαν προβολέας μόνο την πρωταγωνίστρια, το άλλο σκηνικό δεν υπήρχε.
Την έπιασε να ρίχνει και αυτή κάποιες κλεφτές ματιές. Απορροφημένος καθώς ήταν, δεν κατάλαβε τον Κώστα που κάθισε δίπλα του χαμογελώντας.
«Πρόλαβε να σου πει τα ευχάριστα η Ηλέκτρα;»
Τον κοίταξε αμήχανα, κούνησε το κεφάλι αρνητικά.
«Την άλλη Κυριακή παντρευόμαστε.»